Οίκος Balenciaga: Αφαίρεσε τις αναρτήσεις του και διαθέτει τα κανάλια του στα social media για να υποστηρίξει την Ουκρανία

Ο οίκος Balenciaga γίνεται ο πρώτος μεγάλος οίκος που ανταποκρίνεται για την παροχή βοήθειας. Ανακοίνωσε ότι διαθέτει τα κανάλια του τα social media για να προσφέρει στήριξη στην Ουκρανία και τους Ουκρανούς πρόσφυγες. 

Ο οίκος αφαίρεσε τις αναρτήσεις του από το Instagram κι ανέβασε την ουκρανική σημαία γράφοντας: “Είμαστε υπέρ της ειρήνης και κάνουμε δωρεά στο World Food Programme των Ηνωμένων Εθνών για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στου πρόσφυγες από την Ουκρανία. Ακολουθήστε το link wfp.org για να κάνετε δωρεά”. Το ίδιο μήνυμα μοιράστηκε και στο Twitter, ενώ στα stories του Instagram αναπαράγονται ειδήσεις που αφορούν τον πόλεμο στην Ουκρανία και τους πρόσφυγες του πολέμου. 

Η αποφασιστική αυτή κίνηση του οίκου Balenciaga, που ετοιμάζεται να παρουσιάσει το show του για τη FW’22 συλλογή του στο Παρίσι, δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητη από την προσωπική ιστορία του καλλιτεχνικού του διευθυντή, Demna Gvasalia.

Ο γεωργιανός σχεδιαστής εγκατέλειψε τη δική του χώρα- επίσης, πρώην σοβιετική δημοκρατία όπως η Ουκρανία- όταν ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα σε Γεωργία και Αμπχαζία (1992-93). Ο Gvasalia, που τότε ήταν 12 ετών, και η οικογένειά του, βρέθηκαν αρχικά ως πρόσφυγες στην Ουκρανία και τη Μόσχα, πριν καταλήξουν στο Düsseldorf της Γερμανίας. Η προσφυγιά άφησε βαθύ τραύμα στον ταλαντούχο δημιουργό, που χρειάστηκε κάποια χρόνια ψυχοθεραπείας, ενώ παράλληλα αναζητούσε τον δρόμο του στον χώρο της μόδας. To 2014 ίδρυσαν μαζί με τον αδελφό του Guram Gvasalia το επιτυχημένο streetwear brand Vetements, ενώ το 2019 αποχώρησε για αφοσιωθεί στον ρόλο του ως creative director του Balenciaga – ρόλο που είχε από το 2015. 

Τον Δεκέμβριο του 2021, ο Guram ανακοίνωσε ότι αναλαμβάνει και creative director του Vetements- διατηρούσε ως τότε τον ρόλο του CEO-και στην ανάρτησή του έκανε αναφορά και στην προσφυγική ιστορία της οικογένειάς του: “Είμαι πρόσφυγας. Η οικογένειά μου έχασε τα πάντα στη διάρκεια του πολέμου. Κανείς μας δεν μιλούσε καμία γλώσσα όταν το σκάσαμε στην Ευρώπη. Ζούσαμε σε καταυλισμούς προσφύγων. Το να φοιτήσω σε σχολή μόδας δεν ήταν μια επιλογή για εμένα, οι γονείς μου δεν θα το ενέκριναν ποτέ, και καθώς τον αδελφό μου τον θεωρούσαν ήδη μια χαμένη περίπτωση, εγώ ήμουν η μόνη του ελπίδα για να ταΐσω την οικογένεια”.

Διαβάστε επίσης