Επιστολή στον Άγγελο Μπράτη μέσω της ιστοσελίδας protothema.gr έστειλε η Αφροδίτη Γραμμέλη με αφορμή τη φράση του για τις γυναίκες που ψωνίζουν από καλάθια..
Αγαπητέ κύριε Μπράτη,
Παρακολούθησα με έκπληξη τις δηλώσεις σας στην κάμερα της εκπομπής «Σούπερ Κατερίνα». Στην αρχή νόμιζα πως ίσως δεν άκουσα καλά. Κι αυτό διότι μέχρι σήμερα, έχω την αίσθηση, δίχως να σας γνωρίζω προσωπικά, πως είστε ένας ευαίσθητος και ευαισθητοποιημένος άνδρας, ένας άνθρωπος, ο οποίος ακόμη και την διαφορετικότητα, μπόρεσε να την προβάλει ως αυτό που της αξίζει να είναι: αποδεκτή ως κάτι κανονικό και όχι ως φαινόμενο για ανάλυση. Πάντα ευγενής και πάντα εύστοχος. Κριτική μόδας δεν γνωρίζω και δεν θα τολμούσα ποτέ να ασκήσω, ωστόσο ως απλή αίσθηση αυτό που θα μπορούσα να αποτυπώσω είναι πως πάντα οι δημιουργίες σας απέπνεαν και φυσικά αποπνέουν υψηλή αισθητική, σχεδιαστική ευφυία, κομψότητα και κάλλος. Είστε μια ξεχωριστή περίπτωση. Ακόμη και τηλεοπτικά ασκήσατε γοητεία μέσα από ένα ριάλιτι. Με το δικό σας στυλ, με την έντονη προσωπικότητά σας και φυσικά με την απουσία της καταραμένης ανασφάλειας που συνιστά τροχοπέδη για όλα εκείνα τα γοητευτικά στοιχεία ενός χαρακτήρα.
Σήμερα όμως αυτό που είδα δεν είχε καμία σχέση με όλα τα παραπάνω. Αναφερθήκατε απαξιωτικά στις κυρίες που αγοράζουν ρούχα από τα καλάθια και τοποθετήσατε τους δημιουργούς της μόδας στους οποίους όπως είπατε συγκαταλέγεστε, πολύ ψηλότερα εξ ημών. Φευ, κύριε Μπράτη.
Ως γυναίκα που τιμά τα καλάθια από νεαρή ηλικία, ειλικρινά, λυπάμαι πολύ. Δεν θα σας υποδυθώ την ιέρεια της «λαϊκής τάξης», δεν θα λαϊκίσω για να συμπαρασύρω με την ροή μου το πληγωμένο αίσθημα των κοριτσιών αυτών που σήμερα σας άκουσαν και ένιωσαν άβολα. Θα σας πω μόνο, πως πολλές στιγμές στην ζωή μου, η επιλογή μου ήταν μόνο το καλάθι. Δεν υπήρχε άλλη. Αλλοτε ήταν κάτι που εγώ επέλεξα κι ας είχα τη δυνατότητα να διαλέξω από το ράφι, την βιτρίνα ή την κρεμάστρα. Δεν γεννήθηκα πλούσια και λίγο με ενδιέφερε να γίνω. Τουλάχιστον όχι για να μπορώ να αγοράζω δημιουργίες από οίκους υψηλής ραπτικής. Πάντα θαύμαζα τα ωραία ρούχα, πολλές φορές έκλεισα τα μάτια και ονειρεύτηκα τον εαυτό μου μέσα σε ακριβά φορέματα που μόνο με σφαλισμένα τα βλέφαρα γίνονταν δικά μου. Δε τα ζήλεψα, δεν έκλαψα και δεν έκανα ποτέ κάτι για να έχω τη δυνατότητα να τα αποκτήσω. Ποτέ όμως αυτή η έλλειψη δυνατότητας δεν με έκανε να νιώσω λιγότερο όμορφη, λιγότερο χαρούμενη και κυρίως λιγότερο σημαντική. Θυμάμαι την γιαγιά μου να μου λέει «η όμορφη γυναίκα, κορίτσι μου,, και μία ρομπίτσα από την λαϊκή να φορέσει, θα τραβήξει τα βλέμματα από μακριά». Και είχε δίκιο. Δεν χρειάστηκε ποτέ να πιστοποιήσω την ομορφιά που θαύμασα, από την ετικέτα του ρούχου, ούτε είχα ποτέ το σύνδρομο της Σταχτοπούτας, που για να φορέσει ένα ωραίο παπούτσι έπρεπε να βρεθεί ένας πρίγκιπας – ψευδαίσθηση.
Λυπάμαι πολύ που απαξιώνετε την άποψη των γυναικών που φορούν ρούχα από τα καλάθια. Εμένα μου κάνει «Σουσουδισμό» όλο αυτό, επιτρέψτε μου. Και πιστεύω πως τελικά ήταν ένα ξέσπασμα από την πίεση της δουλειάς και όχι στοιχείο του καλού χαρακτήρα σας.
Κι εγώ δημιουργός κειμένων είμαι, κύριε Μπράτη. Αλλά δεν νιώθω καλύτερη από τον αναγνώστη μου. Περιμένω την άποψή του. Εσείς γιατί απορρίπτετε την άποψη; Κι εγώ συμμετείχα σε project, που δεν σημείωσε καλή τηλεθέαση, όμως πριν το ακούσω από το κοινό, το γνώριζα καλά εγώ πρώτη. Και τι πειράζει; Αυτό που μένει στη συνείδηση του κόσμου δεν είναι τα δανεικά φορέματα που φόρεσα. Ηταν η συμπεριφορά και η στάση μου απέναντι σε αυτό που κλήθηκα να κάνω.
Όπως και τώρα και κάθε φορά που συνδιαλέγομαι με το κοινό κρίνομαι, όπως με περισσή άνεση έκρινα κι εγώ για πολλά χρόνια.
Αγαπητέ κύριε Μπράτη, λυπάμαι πολύ. Ελπίζω να το σκεφτείτε καλύτερα. Είναι υπέροχα τα καλάθια και ακόμη περισσότερο οι γυναίκες που δεν έχουν ανάγκη τίποτε περισσότερο από την προσωπικότητά τους για να γοητεύσουν.
Με εκτίμηση,
Αφροδίτη Γραμμέλη
Υ.Γ. Λυπάμαι πολύ για την δημοσιογράφο που ακούγοντας όλα αυτά φώναζε «έπος» και «σας λατρεύω». Ειλικρινά.