Πικρές αλήθειες είπε για άλλη μια φορά η Ζωή Κωνσταντοπούλου από το βήμα της Βουλής, στην 50ή επέτειο από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Η Πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίαςυπογράμμισε στην ομιλία της ότι επί της ουσίας η αποκατάσταση της Δημοκρατίας δεν ολοκληρώθηκε επειδή κάποιοι ενδιαφέρθηκαν για τις καρέκλες και τις εξουσίες, δίχως να γίνουν οι εκφραστές της λαϊκής κυριαρχίας. “Η Δημοκρατία, κυρίες και κύριοι, δεν αποκαταστάθηκε για να καθίσουν κάποιοι σε καρέκλες, αλλά για να έρθει ο κόσμος, η κοινωνία στη θέση να επιλέγει, να εκλέγει και να ελέγχει τους κυβερνώντες, να είναι ο λαός η πραγματική πηγή της εξουσίας και στο λαό, στην κοινωνία να αναφέρονται και να λογοδοτούν όλες οι εξουσίες”, είπε μεταξύ άλλων και εξήγησε ότι μέσα από αυτές τις συμπεριφορές του πολιτικού προσωπικού φτάσαμε στην Ελλάδα των μνημονίων, της καταπάτησης κάθε ανθρώπινου δικαιώματος, των εγκλημάτων στα Τέμπη και το Μάτι, των γυναικοκτονιών. Κι έδωσε το σύνθημα της συμμετοχής, του αγώνα, για να ολοκληρωθεί η αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
“50 χρόνια από την πτώση της Χούντας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Οι επέτειοι έχουν πάντα τη σημασία τους ως υπομνήσεις και αφυπνίσεις. Έχουν την αξία τους για να κρατούν ζωντανή τη σχέση μας με την ιστορία και με την ταυτότητά μας. Η φετινή επέτειος των 50 ετών από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας μας υπενθυμίζει, ότι στο πολύ κοντινό παρελθόν στη χώρα μας, αφαιρέθηκαν δια της βίας και των όπλων η Δημοκρατία, τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των ανθρώπων. Ότι στο πολύ κοντινό παρελθόν, κάποιοι θέλησαν να βάλουν στο γύψο την ελεύθερη έκφραση, την πολιτική και κοινωνική ζωή και δημιουργία και ότι ταυτόχρονα κάποιοι άλλοι, πρωτίστως νέοι, δεν συμβιβάστηκαν και δεν υπέκυψαν, αλλά αγωνίστηκαν, εξεγέρθηκαν, αντιστάθηκαν και πλήρωσαν τους αγώνες τους με τη ζωή τους, με την υγεία τους, με τη σωματική τους ακεραιότητα, με την προσωπική ελευθερία τους. Η φετινή επέτειος μας υπενθυμίζει ακόμη ότι χρειάστηκαν χρόνια και κόπος μετά την πολιτειακή αποκατάσταση της Δημοκρατίας για να αφαιρέσουν από τις δομές του κράτους πρόσωπα και νοοτροπίες που υπηρέτησαν τη Χούντα και την απολυταρχία, για να εντοπίσουν και να αποπεμφθούν τα χουντικά σταγονίδια, για να φτάσουμε πιο κοντά στον εκδημοκρατισμό.
Η επέτειος αποκατάστασης της Δημοκρατίας μάς υπενθυμίζει ακόμη ότι η δικαιοσύνη για τα εγκλήματα των χουντικών και του δικτατορικού καθεστώτος αποδόθηκε μόνον σε ένα βαθμό και ότι ακόμη και μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας επιχειρήθηκε η δικαστική παραποίηση της ιστορίας και η υποβάθμιση της προδοσίας με την κρίση ότι η επιβολή της χούντας επί 7 χρόνια και 3 μήνες ήταν δήθεν στιγμιαίο έγκλημα. Μάς υπενθυμίζει και εκείνο που κανείς δεν πρέπει να ξεχνά. Ότι μέχρι σήμερα η Κύπρος πληρώνει το τίμημα της επταετούς δικτατορίας, που εξαφανίστηκε όταν εκπλήρωσε το σκοπό της με το πραξικόπημα στη Μεγαλόνησο, που άνοιξε το δρόμο για την τουρκική εισβολή και τη συνεχιζόμενη μέχρι σήμερα πεντηκονταετή κατοχή. Η Χούντα έπεσε στις 23 Ιουλίου του 1974. Πρωθυπουργός ορκίστηκε στις 24 Ιουλίου 1974. Οι πρώτες εκλογές έγιναν στις 17 Νοεμβρίου του 1974, στην πρώτη επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Και στις 8 Δεκεμβρίου του 1974 έγινε το ιστορικής σημασίας δημοψήφισμα για το πολίτευμα, στο οποίο ο ελληνικός λαός αποφάσισε το τέλος της μοναρχίας και της αβασίλευτης δημοκρατίας, θέτοντας τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος στη σύγχρονη Ελλάδα. Η Βουλή υιοθέτησε στη συνέχεια ένα από τα πιο πρωτοποριακά συντάγματα τότε, το Σύνταγμα του 1975, με ευρεία και αναλυτική κατοχύρωση δικαιωμάτων και ελευθεριών, ατομικών, πολιτικών, κοινωνικών, με απαγόρευση των βασανιστηρίων, με απαγόρευση της έκδοσης ανθρώπων για τη δράση τους για την ελευθερία, με κατοχύρωση ως ακροτελεύτιου άρθρου και πάλι του παλαιού ιστορικού άρθρου 114 του 1-1-4, που ενέπνευσε τους δημοκρατικούς αγώνες από τη δεκαετία του ’60, του δικαιώματος και της υποχρέωσης κάθε πολίτη να αγωνίζεται για την υπεράσπιση της Πατρίδας και της Δημοκρατίας και να αντιστέκεται με κάθε μέσο σε όποιον επιχειρεί να την καταλύσει με τη βία. Του δικαιώματος δημοκρατικής άμυνας και αντίστασης.
Η αποκατάσταση της Δημοκρατίας και οι θεσμικές και δημοκρατικές εγγυήσεις που άρχισαν να χτίζονται αμέσως μετά, ήταν σίγουρα γεγονότα που προοιώνιζονταν μια ανθηρή πορεία για τη χώρα μας και για τους πολίτες.
50 χρόνια μετά, τα ερωτήματα είναι αμείλικτα για τη Δημοκρατία και για τη Βουλή. Πώς κύλησε μισός αιώνας χωρίς να εμπεδωθούν έμπρακτα στην Ελλάδα θεσμοί, εγγυήσεις, διαδικασίες που να εδραιώνουν την πραγματική δημοκρατική λειτουργία, τη λειτουργία της δικαιοσύνης, την προστασία των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας όλων, τη διαφάνεια, το τέλος των διακρίσεων, την ισότητα και την ισονομία, την εξάλειψη κάθε εμποδίου στην άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων όλων;
Πώς φτάσαμε στην Ελλάδα των μνημονίων, των περικοπών μισθών, συντάξεων, δημοσίων δαπανών για ζωτικές λειτουργίες όπως η παιδεία, η υγεία, η κοινωνική ασφάλιση; Πώς φτάσαμε στην Ελλάδα της επιβολής ενός παράνομου χρέους που δεν ανήκε στους πολίτες, της επιβολής εξουθενωτικών μέτρων για τη δήθεν αποπληρωμή αυτού του χρέους, στην ωμή παραβίαση της ρηχής πλειοψηφικής δημοκρατικής εντολής του μοναδικού δημοψηφίσματος που πραγματοποιήθηκε στη χώρα μας μετά το 1974, του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου του 2015, του 62% “ΟΧΙ”;
Πώς φτάσαμε στη σημερινή Ελλάδα του εγκλήματος στο Μάτι, του εγκλήματος στα Τέμπη, στην ανοχύρωτη πολιτεία που αφήνει πολίτες, ανθρώπους, περιβάλλον, οικοσυστήματα και κάθε ζωντανή ύπαρξη στο έλεος της φωτιάς, της πλημμύρας, της θεομηνίας, της ανικανότητας, της ανευθυνότητας, του ρουσφετιού και της συναλλαγής, στη χώρα του “πάμε κι όπου βγει”, στην κακιά τη χώρα που σκοτώνει τα παιδιά της; Πώς φτάσαμε σε αυτή τη χώρα;
Πώς φτάσαμε, κυρίες και κύριοι, στη μονίμως άδεια Βουλή, στην και τώρα άδεια Βουλή, στην οποία δεν εμφανίζεται ούτε η κυβέρνηση, ούτε η κυβερνητική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ούτε τα περισσότερα κόμματα της φερόμενης αντιπολίτευσης που και τώρα απουσιάζουν;
Πώς φτάσαμε στις τροπολογίες της ντροπής με εξυπηρετήσεις της νύχτας σε ημέτερους και με παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη σε βάρος των αδυνάτων, σε βάρος των εργαζομένων και υπέρ τραπεζών, τραπεζιτών και οικονομικών συμφερόντων;
Πώς φτάσαμε στην εμπέδωση της ατιμωρησίας του πολιτικού προσωπικού ως συνθήκη λειτουργίας του πολιτεύματος; Πώς φτάσαμε στην αρνησιδικία, την αδικία, την ανισονομία ως καθημερινές συνθήκες που σπρώχνουν την κοινωνία στο περιθώριο και στην απελπισία; Πώς;
Πώς φτάσαμε στην Ελλάδα των γυναικοκτονιών, τις οποίες η κυβέρνηση παρουσιάζει ως βιολογικό φαινόμενο, λογοκρίνοντας ακόμη και έργα τέχνης που προορίζονται να αφυπνίσουν και να ευαισθητοποιήσουν;
Οι απαντήσεις είναι εξίσου αμείλικτες. Η σημερινή Ελλάδα είναι το αποτέλεσμα των πράξεων και των παραλείψεων εκείνων που ανέλαβαν αυτές τις δεκαετίες την υψηλή ευθύνη να εκπροσωπήσουν τους πολίτες, να κυβερνήσουν τον τόπο, να νομοθετήσουν, να διαχειριστούν τα δημόσια πράγματα και το δημόσιο χρήμα, να συγκροτήσουν υπόδειγμα διακυβέρνησης και πολιτικής λειτουργίας αλλά και κοινωνικό υπόδειγμα. Είναι αποτέλεσμα των πράξεων και των παραλείψεων εκείνων που πήραν στα χέρια τους εξουσία, κυβερνητική, νομοθετική και δικαστική και την άσκησαν με τρόπο που καταστρατηγεί τη λαϊκή κυριαρχία. Με ιδιοτέλεια, με ασυνέπεια, με διαφθορά, με ασυνειδησία, χωρίς αγάπη για τον τόπο και για τους ανθρώπους, παραδόθηκαν σε προσωπικά και ιδιωτικά συμφέροντα και ξέχασαν το δημόσιο και το κοινωνικό συμφέρον.
Η σημερινή Ελλάδα είναι το αποτέλεσμα της βαθιάς περιφρόνησης που επιδεικνύουν επί δεκαετίες οι εξουσίες για την κοινωνία και για τους ανθρώπους, τους οποίους αντιμετωπίζουν σαν ενοχλητικούς και σαν παρακατιανούς. Για τα παιδιά που στερούνται βασικές προσβάσεις στην παιδεία και στο σχολείο. Για τους νέους που δοκιμάζονται τα όνειρα και οι προσδοκίες τους και δυσκολεύονται να σπουδάσουν, να δημιουργήσουν, να κάνουν οικογένεια, ακόμη και να ζήσουν μόνοι τους.
Για τους εργαζόμενους στους οποίους δεν είναι εγγυημένες ούτε καν οι αποδοχές επιβίωσης, διαβίωσης, για τους ανέργους που είναι αβέβαιη όχι μόνο η εργασιακή αποκατάσταση, αλλά και η ίδια η επιβίωση τους και η στέγη τους, για τους αυτοαπασχολούμενους, τους εμπόρους, τους ελεύθερους επαγγελματίες που πλέον στιγματίζονται και τιμωρούνται φορολογικά σαν να ήταν κλέφτες και για τους συνταξιούχους που αναμένουν για χρόνια μέχρι να βγει η σύνταξη τους, για τους αγρότες που δήθεν πήραν πολλές αποζημιώσεις και ας μην μπορούν να καλύψουν ούτε το κόστος της παραγωγής, για τις οικογένειες, για τους πολύτεκνους, για τους τρίτεκνους, για τις μονογονεϊκές οικογένειες, για τα ζευγάρια και για τους ανθρώπους που προσπαθούν να υιοθετήσουν παιδιά, για τους ασθενείς, για τους ευάλωτους, για τους ανθρώπους με αναπηρία και για όσους φροντίζουν για όλους αυτούς.
Όλες και όλοι αυτοί οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται διαχρονικά από τις εξουσίες σαν παράγοντες ενόχλησης και όχι ως κίνητρο πρωτοβουλίας. Η καλυτέρευση της ζωής τους, η εξασφάλιση της συμμετοχής τους, η συμπερίληψη τους, η αξιοποίηση της γνώμης τους, των ιδεών τους, η ικανοποίηση των αιτημάτων και των αναγκών τους δεν έγινε ποτέ πολιτική προτεραιότητα παρά μόνον σπάνια, προσωρινά και ευκαιριακά όταν η περιφρόνηση παρήγαγε πολιτικό κόστος.
Κι όμως, αυτοί οι άνθρωποι, όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι κατά το Σύνταγμα μας οι φορείς της λαϊκής κυριαρχίας. Είναι οι εντολείς της εξουσίας και κάθε εξουσίας. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα. Αυτό προβλέπει το πρώτο άρθρο του Συντάγματος μας.
Η Δημοκρατία, κυρίες και κύριοι, δεν αποκαταστάθηκε για να καθίσουν κάποιοι σε καρέκλες, αλλά για να έρθει ο κόσμος, η κοινωνία στη θέση να επιλέγει, να εκλέγει και να ελέγχει τους κυβερνώντες, να είναι ο λαός η πραγματική πηγή της εξουσίας και στο λαό, στην κοινωνία να αναφέρονται και να λογοδοτούν όλες οι εξουσίες.
Οι εξουσίες διαχρονικά προσπάθησαν να αποξενώσουν το λαό και την κοινωνία από την άσκηση της δύναμής τους. Με τη συστηματική προπαγάνδα επιχειρήθηκε να εμπεδωθεί στους πολίτες η αίσθηση ότι υπάρχει ένα πολιτικό προσωπικό που ξέρει καλύτερα και έχει τις δήθεν τεχνοκρατικές γνώσεις να κυβερνήσει, στο όνομα των πολιτών οι οποίοι δεν ξέρουν και πάντα φταίνε.
Εδώ και δεκαετίες λειτουργούν στη Δικαιοσύνη μηχανισμοί που χαρίζονται στις εξουσίες και εχθρεύονται τους πολίτες. Εδώ και δεκαετίες νομοθετείται ο συνεχής περιορισμός της λαϊκής συμμετοχής στην απονομή της δικαιοσύνης και περιορίζεται η αρμοδιότητα των μικτών ορκωτών δικαστηρίων που είναι αρμόδια για τα κακουργήματα και για τα πολιτικά εγκλήματα κατά το Σύνταγμα.
Επί δεκαετίες οι πολίτες παρακολουθούν τις εξουσίες να παραβιάζουν το νόμο και τα καθήκοντα τους ατιμωρητί. Παρακολουθούν τις κυβερνήσεις να μην εφαρμόζουν δικαστικές αποφάσεις που δικαιώνουν πολίτες. Παρακολουθούν το πολιτικό προσωπικό να κρύβεται πίσω από τη βουλευτική ασυλία και το νόμο περί ευθύνης υπουργών. Παρακολουθούν να αθωώνονται δικαστικά οι Γιάννηδες Αγιάννηδες και να επιβραβεύονται οι υπαίτιοι σκανδάλων.
Παρακολουθούν ένα κράτος που κατάσχει τα σπίτια ατόμων με αναπηρία και φτωχών ανθρώπων, για ανύπαρκτες οφειλές σε funds, αλλά δεν διεκδικεί εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ από τη Γερμανία για τις οφειλές της για τα εγκλήματα των ναζί.
Και καθίστανται οι πολίτες αποδέκτες της κεντρικής προπαγάνδας ότι έτσι είναι τα πράγματα και δεν αλλάζουν, δεν μπορείς να κάνεις τίποτε, δεν υπάρχει εναλλακτική. Κι όσο οι πολίτες δεν εξεγείρονται, δεν επαναστατούν, τόσο οι εξουσίες, οι απούσες εξουσίες, βαυκαλίζονται ότι πέτυχαν να περιθωριοποιήσουν τον λαό και την κοινωνία και να ακυρώσουν το πραγματικό νόημα των δημοκρατικών αγώνων και της αποκατάστασης της δημοκρατίας που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε.
Η απονομιμοποίηση και αποδοκιμασία αυτών των εξουσιών από την κοινωνία εκφράζεται προς το παρόν με την εκλογική κατολίσθηση των κομμάτων εξουσίας, αλλά και με την εκτίναξη των ποσοστών αποχής.
Το ζήτημα και το ζητούμενο και αυτό που προσωπικά και πολιτικά υπηρετώ, αυτό στο οποίο στοχεύουμε στην Πλεύση Ελευθερίας ως δημοκρατικό πρόταγμα, είναι να καταφέρουμε να εμπνεύσουμε τη συμμετοχή και μέσα από τη συμμετοχή να απονομιμοποιήσουμε τις εξουσίες, που οδήγησαν τη χώρα μας εδώ και ακύρωσαν ελπίδες και προσδοκίες. Μέσω της ευρείας ζωντανής συμμετοχής θα φέρουμε τη Δημοκρατία. Μέσω της παρουσίας. Μέσα από τη συμμετοχή, μέσα από την παρουσία θα οικοδομηθεί η πραγματική, δημοκρατική και άμεσο-δημοκρατική εξουσία της κοινωνίας. Αυτής που είναι και σήμερα και τώρα έξω και διαδηλώνει. Και αυτό είναι που κάνουμε και εμείς. Με τη δική μας επίμονη παρουσία στη Βουλή. Εκεί που οι πολίτες μας έδωσαν την εντολή να τους εκπροσωπούμε. Εδώ. Με την παρουσία των πολιτών μέσα στη Βουλή, όπου τους προσκαλούμε σταθερά να γεμίζουν τα θεωρεία στις συζητήσεις νομοσχεδίων. Με κοινωνική παρουσία και στην Ευρωβουλή, στη διαδικασία των αναφορών που προορίζεται για τους πολίτες. Με πρόσκληση και ακρόαση φορέων και πολιτών μέσα στη Βουλή και είναι και σε λίγο εδώ οι φορείς στο νομοσχέδιο για την Ψυχική Υγεία. Μια παράδοση, η πρόσκληση φορέων μέσα στη Βουλή, που η Πλεύση Ελευθερίας αποκατέστησε στην αρχή της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου, αφού τα παλιά κόμματα εξουσίας κρατούσαν τους πολίτες μακριά από τη Βουλή, εφαρμόζοντας μέχρι και το 2023 τις διατάξεις περί πανδημίας. Με γεμάτες δικαστικές αίθουσες στις δίκες όπου κρίνονται κοινωνικά δικαιώματα, κοινωνικοί, εργατικοί, περιβαλλοντικοί αγώνες, σε δίκες και καλυμμένων πολιτικών διώξεων. Με γεμάτους δρόμους και γεμάτες πλατείες, σε συγκεντρώσεις για την ειρήνη, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, τα δικαιώματα όλων. Με ενίσχυση της λαϊκής συμμετοχής στα δικαστήρια και επαναφορά των Συνταγματικών αρμοδιοτήτων των μικτών ορκωτών δικαστηρίων, με πλειοψηφία ενόρκων, δηλαδή πολιτών.
Για τη συμμετοχή αυτή, για να εμπνευστεί και να κινητοποιηθεί η κοινωνία το παράδειγμα είναι ζωτικής σημασίας. Η συμμετοχή είναι προϋπόθεση δημοκρατίας. Όπως και η δικαιοσύνη. Και βέβαια, η ιστορική μνήμη, η γνώση της ιστορίας. Ο ελληνικός λαός έχει εγγεγραμμένη στην ταυτότητά του την αντίσταση στις απολυταρχίες, την άρνηση υποταγής, την ελεύθερη ύπαρξη, το ελεύθερο φρόνημα. Ο αντιδικτατορικός αγώνας είναι στοιχείο της ιστορίας αντίστασης του λαού μας, κομμάτι της ταυτότητάς μας, όπως η επανάσταση του 1821 και η Εθνική Αντίσταση. Είναι η ώρα στις εθνικές επετείους που μας θυμίζουν τις ένδοξες σελίδες της ιστορίας μας, να προστεθούν οι επέτειοι του αντιδικτατορικού αγώνα και της αποκατάστασης της δημοκρατίας. Η 17η Νοεμβρίου, η 23η και 24η Ιουλίου, η 8η Δεκεμβρίου. Εμείς το έχουμε προτείνει και το ξαναπροτείνουμε και σήμερα στη Βουλή επισήμως. Είναι η ώρα από τη δημοκρατία στα λόγια να περάσουμε στην ενσυνείδητη δημοκρατία της πράξης και της συμμετοχής.Αυτό επιτάσσουν οι αγώνες τόσων ανθρώπων, αυτό αποτελεί πραγματική τιμή στον αντιδικτατορικό αγώνα, αυτό θα αποτελέσει την πραγματική αποκατάσταση της δημοκρατίας, έμπνευση και οδηγό για τις νέες γενιές”, είπε η Ζωή Κωνσταντοπούλου.