Η Άντζελα Δημητρίου μίλησε ανοιχτά στον Νίκο Γεωργιάδη και το περιοδικό ΟΚ για τη ρήξη στις σχέσεις της με την κόρη της, Όλγα Κιουρτσάκη και τον γαμπρό της, Φώτη Λώση.
Μεγαλώνοντας γίνεσαι πιο ανθεκτική ή πιο ευαίσθητη;
Προσπαθώ να βάλω έναν τοίχο, αλλά νομίζω ότι ο τοίχος αυτός θα γκρεμιστεί γιατί είμαι τόσο ευαίσθητη, τόσο καλή, τόσο δοτική. Πιάνω τον εαυτό μου στο κρεβάτι να κλαίει. Από την άλλη λέω «δεν πρέπει να ζήσεις; Δεν πρέπει να συνεχίσεις τη ζωή σου; Εσύ δεν τα έφτιαξες όλα αυτά; Δεν σου ανήκουν; Ανήκουν αλλού; Όχι. Ανήκουν σε μένα όσο ζω». Όταν φύγω από αυτή τη ζωή, θα ανήκουν κάπου αλλού. Πρέπει να κρατάω εγώ τα ηνία, όχι κάποιος άλλος. Σίγουρα ήταν λάθος μου που έδειξα περισσότερη εμπιστοσύνη σε ανθρώπους δικούς μου, πιστεύοντας ότι με αγαπάνε. Εκεί ήρθε η εκμετάλλευση. Να σε θέλουν κλεισμένη, να σου λένε «μη μιλάς εδώ», «μη μιλάς εκεί». Ένιωθα εγκλωβισμένη. Υποτίθεται ότι αυτό ήταν μια ασπίδα για μένα. «Εσύ δεν μπορείς να μιλάς ούτε στο τηλέφωνο, είσαι η Άντζελα Δημητρίου, πρέπει να προσέχεις την εικόνα σου» μου έλεγαν. Ο καλλιτέχνης όμως πρέπει να μπορεί να επικοινωνεί με το κοινό του. Ο κόσμος μού λέει ότι με αγαπάει γιατί δεν είμαι δήθεν, είμαι δοτική και αυθόρμητη. Αυτό όμως δεν άρεσε σε κάποιους.
Τα έβαλες με τον εαυτό σου;
Ναι. Ακόμα και τελευταία, που έγιναν κάποια πράγματα στην τηλεόραση, έλεγα «γιατί;». «Φταις εσύ. Φταις γιατί δεν είπες στην κόρη σου “παντρεύτηκες, έχεις τον άντρα σου, το παιδί σου, πορευτείτε, και αν έχω τη δύναμη να σας βοηθήσω να το κάνω”. Όχι όμως άνευ όρων. Να δω κάποια δείγματα πρώτα. Ότι πας σε μια δουλειά». Έπρεπε να τα κάνω όλα εγώ; Ήταν λάθος μου. Η μάνατζέρ μου, η κυρία Καπώνη, την οποία αγαπώ πάρα πολύ, προσπάθησε να κάνει κάποια πράγματα – για μένα κυρίως. Γιατί πίστευε ότι υπάρχει μια υγιής σχέση. Όμως αυτό που υπήρχε ήταν ένα δηλητήριο που μέρα με τη μέρα μεγάλωνε. Και δεν το καταλάβαινε ούτε εκείνη ούτε εγώ.
Εσύ κοιμάσαι τα βράδια με τη συνείδησή σου καθαρή;
Ναι. Εγώ είμαι πολύ ήσυχη. Γιατί ξέρω ότι δεν είναι στον δρόμο. Έχεις δει το σπίτι που τους έχω αφήσει. Όσο για την εγγόνα μου, που όταν γεννήθηκε μου κρατούσε το μικρό μου δαχτυλάκι, σαν να καταλάβαινε ποια ήμουν, έχω κάνει πάρα πολλά για αυτήν, ακόμα και πριν έρθει στον κόσμο. Τόσα που δεν μπορούσε να κάνει καμία άλλη.
Ο γονιός όμως δεν πρέπει να υποχωρεί πρώτος;
Υποχώρηση να κάνω εγώ; Αν έβλεπα ότι έστω ένας από τους δύο έπιανε μια δουλειά, θα μπορούσα να συνεισφέρω. Δεν θα άφηνα φυσικά ποτέ ένα μωρό να πεινάσει, θα πήγαινα σε ένα σουπερμάρκετ να αγοράσω ό,τι είχε ανάγκη. Όπως και έκανα μέχρι πρότινος. Γιατί, πίστεψέ με, εγώ τα έχω πληρώσει όλα. Και επειδή ο κύριος Φώτης Λώσης ισχυρίζεται ότι τον είχα συνεργάτη μου, να ξεκαθαρίσω ότι μάνατζέρ μου είναι μόνο η κυρία Βάσω Καπώνη. Και δεν θα μπορούσε να είναι. Γιατί ο σωστός μάνατζερ φροντίζει να έχει τον καλλιτέχνη του σε ηρεμία. Δεν του κάνει bullying. Δεν του λέει «εγώ σε ανέβασα, εγώ σε ανάστησα ξανά, γιατί ήσουν πεθαμένη και σε πήρα στα χέρια μου και σε έφτιαξα». Μετά από 50 ολόκληρα χρόνια να ακούσω αυτή την κουβέντα!